Tην παραπομπή σε δίκη ενώπιον Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου του 65χρονου γυναικολόγου – μαιευτήρα που καταμηνύθηκε από 21 γυναίκες για σεξουαλικά εγκλήματα εισηγήθηκε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου η αντεισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Η εισαγγελέας έκρινε ότι προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις σε βάρος του κατηγορουμένου για τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται, ήτοι για βιασμό κατά συρροή, κατάχρηση σε γενετήσια πράξη προσώπου ανίκανου για αντίσταση κατά συρροή και προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας ενώ εισηγείται να διατηρηθούν οι περιοριστικοί όροι της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, της καταβολής εγγυοδοσίας ύψους 10.000 ευρώ και της απαγόρευσης ασκήσεως του επαγγέλματος του γυναικολόγου, που του έχουν επιβληθεί.
Η εισαγγελέας υιοθετεί ουσιαστικώς τα καταγγελλόμενα εις βάρος του από τις φερόμενες ως θύματα, ασθενείς του και περιγράφει για εκάστη εξ αυτών τα αδικήματα που του αποδίδονται.
Επισημαίνει δε ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε τα αδικήματα «μη συκρατώντας τις ορμές του, μη έχοντας ηθικές αναστολές, χωρίς σεβασμό στον Ιπποκράτειο Όρκο που έχει δώσει αλλά ούτε την ειδικότητα του γυναικολόγου, εξαιτίας της οποίας η σχέση εξεταζόμενης και ιατρού είναι ιδιαίτερη και χαρακτηρίζεται ως σχέση εμπιστοσύνης, αντιθέτως, εκμεταλλεύτηκε την ιδιότητά του αυτή καθώς και τον χώρο εργασίας του για να εκτονώσει τις ορμές του μη σεβόμενος καν γυναίκες οι οποίες βρίσκονταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη».
Η εισαγγελέας αναφέρει παραπέρα ότι οι εγκαλούσες δεν έχουν απολύτως καμία σχέση μεταξύ τους, δεν έχουν κανένα υλικό όφελος από την καταγγελία των ανωτέρω πράξεων, οι δε πράξεις τις οποίες καταγγέλλουν ανατρέχουν σε βάθος επταετίας και φθάνουν μέχρι και λίγες εβδομάδες πριν την υποβολή της πρώτης έγκλησης, ενώ αρκετές από αυτές περιέγραψαν τα όσα τους είχαν συμβεί κατά τη γυναικολογική τους εξέταση από τον κατηγορούμενο αμέσως μετά το συμβάν σε οικείο τους πρόσωπο.
Σε ό,τι αφορά στον ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι η υποβολή των εγκλήσεων από όλες τις εγκαλούσες πλην της πρώτης, ενορχηστρώθηκε από την τελευταία διότι ισχυρίζεται ότι υπήρξε πρώην ερωτική του σύντροφος ενώ ο ίδιος, αισθανόμενος πίεση από εκείνη, ζήτησε να διακόψουν κάθε σχέση μετά τον Φεβρουάριο του 2020, η εισαγγελέας έκρινε ότι δεν κρίνεται πειστικός καθότι αφενός μεν δεν γνωρίζει καν το χρώμα των ματιών της, ενώ οι καταγγέλλουσες με τις εγκλήσεις τους και ακόλουθες καταθέσεις τους, περιέγραψαν με μεγάλη ακρίβεια τις πράξεις που διενεργούσε σε βάρος τους.
Μνεία κάνει εξάλλου και σε κατάθεση υπαλλήλου της γραμματείας των εξωτερικών ιατρείων του Γενικού Νοσοκομείου Ρόδου επισημαίνοντας ότι αν κάποια ασθενής έκλεινε ραντεβού με γυναικολόγο του Γενικού Νοσοκομείου Ρόδου, προσερχόταν δε στη συνέχεια σε αυτό χωρίς πρώτα να περάσει από τη γραμματεία του νοσοκομείου για να παραλάβει τα σχετικά παραστατικά /έγγραφα, δεν μπορεί να ελεγχθεί, ενώ ο μόνος ο οποίος μπορούσε να το γνωρίζει ήταν ο ίδιος ο ιατρός ο οποίος όφειλε να ζητήσει από την ασθενή να τηρήσει την ανωτέρω διαδικασία.
Η Εισαγγελέας επισημαίνει παραπέρα στην ίδια πρόταση πως τις εγκαλούσες ουδεμία σχέση φιλική, συγγενική, κοινωνική τους συνδέει, πλην τις δύο οι οποίες είναι συγχωριανές, το δε ηλικιακό φάσμα που καλύπτουν είναι μεγάλο δεδομένου ότι η νεότερη ήταν 18 ετών κατά τον φερόμενο ως χρόνο τέλεσης της πράξης ενώ η μεγαλύτερη ήταν αντίστοιχα, 55 ετών.Σε ό,τι αφορά στη διενεργηθείσα πραγματογνωμοσύνη όπου, μεταξύ άλλων, περιγράφεται πότε διενεργείται δακτυλοσκοπική εξέταση κατά την περίοδο κύησης αλλά και στο πλαίσιο διενέργειας τεστ ΠΑΠ, όπως επίσης περιγράφεται ο ενδεδειγμένος τρόπος διενέργειας διακολπικού υπερηχογραφήματος, σε κανένα σημείο δεν περιγράφεται κίνηση από έξω προς τα μέσα και αντίστροφα με τα δάκτυλα ή με την ειδική κεφαλή του υπερηχογράφου, αλλά ούτε αυξανόμενη ταχύτητα σε αυτή την κίνηση, αναφέρει η εισαγγελέας.
Σχολιάζοντας δε τεχνική έκθεση, την οποία προσκόμισε ο κατηγορούμενος, η εισαγγελέας έκρινε πως είναι σε πλήρη σύμπνοια με τη διενεργηθείσα πραγματογνωμοσύνη, σε κανένα της σημείο δεν αναφέρει κινήσεις από έξω προς τα μέσα κατά την εξέταση, ούτε και θωπεία της κλειτορίδας ως ενδεδειγμένο επιστημονικά τρόπο εξέτασης παρά μόνο τυχαίο άγγιγμα, ενώ απέκλεισε τη θωπεία αυτής προκειμένου «να ανοίξει η μήτρα» και να εξεταστεί η ασθενής.