Από την εποχή του Έλληνα ιατρού Γαληνού (2ος αιώνας μ.Χ.) στο έργο του «Περί αιτιών συμπτωμάτων» χρησιμοποιείται ο όρος «όγκος», υποδηλώνοντας μέχρι σήμερα την παθολογική μάζα κυττάρων. Ωστόσο, η ογκολογία δεν ασχολείται σήμερα μόνο με τους όγκους κυρίως λόγω νέων μεθόδων ανεύρεσης παθολογικών αθροίσεων κυττάρων. Στην ογκολογική προσέγγιση περιλαμβάνονται και οι κακοήθεις νόσοι του αίματος.
Όροι όπως καρκίνος, νεόπλασμα, μάζα, κακοήθεια, εξαλλαγή χρησιμοποιούνται για τις ογκολογικές νόσους προκαλώντας πολλές φορές σύγχυση τόσο σε ιατρούς όσο και σε ασθενείς. Οι όγκοι χωρίζονται σε καλοήθεις και κακοήθεις.
Με τον όρο καλοήθης χαρακτηρίζεται ένας όγκος ο οποίος δεν μεθίσταται, δεν διηθεί και δεν διαιρείται αλόγιστα. Η μη μετάσταση ενός όγκου είναι συνήθως το χαρακτηριστικό που ενδιαφέρει κλινικά λόγω της καλύτερης πρόγνωσης της νόσου. Οι μεταστάσεις γίνονται συνήθως μέσω του αίματος (αιματογενείς), μέσω της λέμφου (λεμφογενείς) ή κατά συνέχεια ιστών (σε γειτονικά όργανα-ιστούς).
Με τον όρο κακοήθεια αναφερόμαστε στους όγκους εκείνους που τα ανώμαλα κύτταρά τους διαιρούνται άνευ κάποιου ελέγχου όπως γίνεται με τα φυσιολογικά κύτταρα, διηθούν και μεθίστανται. Όγκος με χαρακτηριστικά κακοήθειας δηλαδή μετάσταση, διήθηση, αλόγιστη διαίρεση παθολογικών κυττάρων ονομάζεται Καρκίνος. Πάνω από 100 είδη καρκίνου είναι γνωστά σήμερα αλλά στη συνείδηση του κοινού γίνονται αντιληπτά συνήθως ως ενιαία οντότητα.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία ενός κακοήθους όγκου (καρκίνου) πριν ακόμα αυτός αναπτύξει τα χαρακτηριστικά του μπορεί να προσδώσει τελείως διαφορετική πορεία και πρόγνωση.
Η ταξινόμηση των όγκων γίνεται αναλόγως της ανατομικής θέσης αλλά και της ιστικής προέλευσης του ογκολογικού κυττάρου.
Έτσι ανατομικά μπορούμε να έχουμε π.χ. τον όγκο του πνεύμονα, του μαστού κτλ., ενώ σε περίπτωση κακοήθειας να μιλάμε για καρκίνο του πνεύμονα, μαστού, προστάτη κτλ.
Εξάλλου, για την ιστική προέλευση κακοήθους όγκου να μιλάμε για καρκίνωμα υποδηλώνοντας όγκο επιθηλιακού ιστού ή σαρκώματα (σάρκα) υποδηλώνοντας όγκο συνδετικού ιστού (λίπος, χόνδροι, οστά) ή μυικού ιστού, λευχαιμία (αιμοποιητικού ιστού), λέμφωμα, μυέλωμα (κύτταρα ανοσοποιητικού συστήματος) και τέλος όγκοι προερχόμενοι από ιστό του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ).
Η αιτιολογία των όγκων πολλές φορές έχει αποδειχθεί, άλλες φορές εικάζεται, άλλες διερευνάται. Το σίγουρο πάντως είναι ότι είναι πολυπαραγοντική.
Έχουν συσχετισθεί μέχρι σήμερα γενετικοί παράγοντες, το κάπνισμα, το αλκοόλ, διαιτητικοί, λοιμώξεις, φύλο, ηλιακή έκθεση, ηλικία, έκθεση σε ακτινοβολία καθώς και σε πλήθος χημικών παραγόντων στα πλαίσια φαρμακευτικής ή επαγγελματικής έκθεσης. Συνδέεται επίσης με περιβαλλοντική ατμοσφαιρική έκθεση, γεωγραφική κατανομή, κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες και πρότυπα.
Η ογκολογία λόγω του μεγάλου φάσματος και της προόδου των επιστημών είναι χωρισμένη σε υποειδικότητες, τόσο κλινικές όσο και εργαστηριακές, με στόχο την καλύτερη αντιμετώπιση των περιπτώσεων αυτών.
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στις κλινικές υποειδικότητες όπως παθολογική ογκολογία, χειρουργική ογκολογία, ακτινολογική ογκολογία, γυναικολογική ογκολογία, παιδιατρική ογκολογία κ.ά., ενώ από τις εργαστηριακές έχουμε την μοριακή, κυτταρική βιολογία του καρκίνου, γενετική του καρκίνου και άλλες.
Σε κάθε χώρα ο ογκολόγος είναι ο ιατρός που ειδικεύεται στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία των ογκολογικών ασθενών. Σε κάθε χώρα οι αρμοδιότητες και τα όρια του ογκολόγου διαφέρουν, αυτό όμως που είναι κοινό είναι ότι οι ογκολογικοί ασθενείς χρήζουν συνήθως διαχείρισης από ομάδα ειδικών επαγγελματιών υγείας.
Η βλάβη για την δημιουργία των όγκων έγκειται σε κυτταρικό επίπεδο. Οι περισσότεροι όγκοι είναι συνήθως αποτέλεσμα μετάλλαξης γονιδίων σ’ ένα μόνο προσβεβλημένο κύτταρο (μονοκλωνική προέλευση). Λόγω όμως των κυτταρικών διαιρέσεων που ακολουθούν αναπτύσσονται περισσότερα λάθη.
Τα γονίδια που προσβάλλονται συνηθέστερα ρυθμίζουν τα σημεία ελέγχου του κυτταρικού κύκλου, την επιδιόρθωση του DNA και την αναγνώριση της βλάβης στο DNA, την απόπτωση, τη διαφοροποίηση και τα αυξητικά ερεθίσματα.
Η πρόοδος της επιδημιολογίας, τοξικολογίας, φαρμακολογίας, μοριακής βιολογίας, γενετικής έδωσαν σημαντικά εφόδια στην πρόληψη ογκολογικών ασθενειών.
Οι φορείς υγείας σε πολλά κράτη εφαρμόζουν πολιτικές πρόληψης. Ο προσυμπτωματικός έλεγχος συγκεκριμένων πληθυσμών (το γνωστό screening) αποτελεί μία ακόμη πολιτική πρόληψης. Οι κλινικές μελέτες πρόληψης συγκεκριμένων μορφών καρκίνου με φαρμακοθεραπεία αποκτά τελευταία όλο και πιο πολλούς υποστηρικτές.
Η διάγνωση ενός όγκου σε πρώιμο στάδιο παρά την πρόοδο της επιστήμης και των μέσων παραμένει αίνιγμα προς επίλυση για τους εμπλεκόμενους επιστήμονες. Σημαντικά βήματα έχουν επιτευχθεί και πλήθος επιστημόνων εργάζονται προς αυτή την κατεύθυνση παγκοσμίως. Η κλινική εικόνα, η ιστολογία, οι απεικονιστικές μελέτες και ο εργαστηριακός έλεγχος είναι συνήθως τα εργαλεία για την διάγνωση ενός όγκου.