«Να σταματήσει η εγκατάλειψη του ΕΣΥ και να δοθούν κίνητρα σε γιατρούς και προσωπικό», ήταν το βασικό μήνυμα του Αλέξη Τσίπρα κατά την επίσκεψη του στο ΓΝ Ικαρίας.
Εκεί, είχε την ευκαιρία να συζητήσει με εργαζόμενους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μίλησε για «εικόνα εγκατάλειψης» με βάση όσα του μετέφεραν οι εργαζόμενοι, οι οποίοι σημείωσαν ως μεγαλύτερο το πρόβλημα βασικών ελλείψεων σε κομβικές ειδικότητες. Ο κ. Τσίπρας επισήμανε ως προς τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν στο ιατρικό προσωπικό, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εντάξει στο πρόγραμμα του τη θέση για εισαγωγικό μισθό 2.000 ευρώ. «Θα ανεβάσει το μισθολόγιο αλλά δεν υπάρχει άλλη λύση. Κακά τα ψέματα. Όταν ένας γιατρός κάνει την ειδικότητα, γνωρίζει ότι θα πάει στην Αγγλία και θα πάρει 6.000 και 7.000 ή αντίστοιχα στην Κύπρο. Γιατί να κάτσει εδώ να πάρει 800 ευρώ», είπε για τους γιατρούς, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι πρέπει να ενταχθούν στα βαρέα και ανθυγιεινά νοσηλευτές και προσωπικό. Τόνισε ότι, όμως «η κατεύθυνση που υπάρχει αυτή την στιγμή, η “άλλη” αντίληψη για το κοινωνικό κράτος είναι ότι δεν χρειάζεται να είναι πολλά δημόσια νοσοκομεία.
Εργαζόμενοι του νοσοκομείου, σύμφωνα με κομματικές πηγές του ΑΠΕ, είπαν στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ότι το βασικότερο πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει παθολόγος, ότι υπάρχει χειρουργός αλλά δεν υπάρχει αναισθησιολόγος, οπότε δεν μπορούν να γίνουν χειρουργεία και ότι σε έναν μήνα έγιναν 7 διακομιδές λόγω έλλειψης αναισθησιολόγου.
Ειδικότερα, ο εκπρόσωπος των εργαζομένων περιέγραψε την κατάσταση αναφέροντας:
«Αν ήσασταν κάτοικος εδώ στο νησί θα περιμένατε για συνταγογράφηση πολύ καιρό. Στα επείγοντα θα σας εξυπηρετούσε ανειδίκευτος αγροτικός γιατρός. Οι μισές βάρδιες το μήνα δεν έχουν αξονικό, με αποτέλεσμα ο κόσμος να αναγκάζεται να πληρώσει. Και τέλος, αν είχατε παιδί δεν θα είχατε παιδίατρο εδώ να το βλέπει».
Άλλοι εργαζόμενοι σημείωσαν ότι οι νοσηλεύτριες δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα «η μονάδα τεχνητού νεφρού να αδυνατεί να εξυπηρετήσει τους νεφροπαθείς του νησιού». «Αυτή τη στιγμή εργάζομαι με μια επικουρική νοσηλεύτρια μετακινούμενη από το νοσοκομείο της Βούλας. Οι άλλες δύο νοσηλεύτριες που ήρθαν τώρα δεν είναι εκπαιδευμένες. Υπάρχει τεράστια πίεση από 15 άτομα που χρειάζονται αιμοκάθαρση και δεν μπορώ να τους εξυπηρετήσω λόγω προσωπικού», τόνισε ο νεφρολόγος Σταύρος Σταθάκης, κατά τις ίδιες πηγές.
Πρόσθεσε ότι ο νόμος λέει για δύο νοσηλευτές ανά βάρδια, όμως δεν υπάρχει και ότι προβλέπει δυο γιατρούς, όμως δεν υπάρχουν. «Τώρα εργαζόμαστε με έναν νοσηλευτή ανά βάρδια και έχω μια εκπαιδευόμενη που έχω άγχος συνέχεια μην γίνει κάποιο λάθος και θα πρέπει να είμαι συνεχώς από πάνω της. Και μιλάμε για δημόσιο νοσοκομείο που έχει κι άλλες ανάγκες. Δηλαδή μια κλήση στα επείγοντα. Περιστατικά στην παθολογική όπου δεν έχουμε παθολόγο. Ορθοπεδικός καλύπτει την θέση. Ό,τι έχει να κάνει με μια σειρά από περιστατικά ποιον θα φωνάξει; Αυτόν που είναι πιο κοντά στην παθολογική. Δεκαπέντε ασθενείς δεν μπορούν να καλυφθούν με τρία μηχανήματα τα οποία γίνονται παράτυπα 4», συνέχισε.
Επιπλέον, εκπρόσωποι νοσηλευτών ανέφεραν ότι κατά την πανδημία το νοσοκομείο της Ικαρίας, χωρίς να είναι νοσοκομείο αναφοράς, εξυπηρετούσε και προχωρούσε στην νοσηλεία περιστατικών. «Χωρίς αξονικό, χωρίς pcr, με rapid test, με αποτέλεσμα τα Χριστούγεννα να ξεφύγει ο κορονοϊός μέσα στο νοσοκομείο και να μολυνθούν γιατροί, προσωπικό και συγγενείς ασθενών», ανέφεραν.